- ἀστραγαλομάντεις
- ἀστραγαλόμαντιςdivining fromfem nom/voc pl (attic epic)ἀστραγαλόμαντιςdivining fromfem nom/acc pl (attic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.